Η Δανάη Χατζίδου Ψυχολόγος μιλά στην ομάδα του Your Therapist
Ποιος είναι ο λόγος που στρέψατε την επαγγελματική σας καριέρα στον τομέα της ψυχολογίας;
Η πρώτη φορά που σκέφτηκα ότι θέλω να ακολουθήσω τον τομέα της ψυχολογίας ήταν όταν ήμουν μαθήτρια της Β’ Λυκείου. Εκεί κατάλαβα ότι μου άρεσε να ακούω τους άλλους να μου εξηγούν το πρόβλημα τους και να προσπαθούμε μαζί να βρούμε μια λύση. Επίσης, είχα εντοπίσει την ικανοποίηση που με διαπερνούσε κάθε φορά που ένα άτομο έφευγε ανακουφισμένο από κάποια συζήτηση μας. Τότε συνειδητοποίησα πως αυτό ήταν και το επάγγελμα που ήθελα να ακολουθήσω.
Τα παιδιά είναι ένας ακόμη λόγος για τον οποίο θέλησα να ασχοληθώ με την ψυχολογία. Αυτά αποτελούν το μέλλον και τη συνέχεια μας. Οφείλουμε να προστατεύουμε τα παιδιά και αυτό μπορεί να γίνει μέσα από τη διασφάλιση ενός υγιούς οικογενειακού περιβάλλοντος. Έτσι λοιπόν κατάλαβα, ότι μέσω της ψυχολογίας θα μπορούσα να βοηθήσω γονείς που αντιμετώπιζαν κοινωνικά, συζυγικά και άλλα προβλήματα, να μεγαλώσουν τα παιδιά τους με όλα τα απαραίτητα εφόδια ώστε αυτά να είναι ψυχικά υγιή και έτοιμα να αντιμετωπίσουν κάθε πρόκληση. Αυτοί είναι οι λόγοι που με ώθησαν να ασχοληθώ με τον τομέα της ψυχολογίας.
Ποια ψυχοθεραπευτική μέθοδο ακολουθείτε και ποια τα πλεονεκτήματα της ;
Η ψυχοθεραπευτική προσέγγιση που ακολουθώ είναι η Γνωστική Συμπεριφοριστική Προσέγγιση (CBT). Χρησιμοποιεί τόσο γνωστικές όσο και συμπεριφοριστικές τεχνικές. Επίσης, πέρα από τη συμπεριφορά εστιάζει στη σκέψη και στα συναισθήματα του ατόμου. Έτσι λοιπόν, ο θεραπευόμενος σιγά σιγά μαθαίνει τί είναι αυτό που τον οδήγησε στο να εκδηλώσει μια συγκεκριμένη μη λειτουργική συμπεριφορά. Ακόμη, μαθαίνει διάφορες τεχνικές μέσω των οποίων από μόνος του θα μπορεί να ελέγξει και να αλλάξει μια δυσλειτουργική συμπεριφορά. Τέλος, η Γνωστική Συμπεριφοριστική Προσέγγιση βρίσκει εφαρμογή σε διάφορες διαταραχές όπως άγχος, κατάθλιψη, διατροφικές διαταραχές, διαταραχές ύπνου, ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή, θεραπεία ζεύγους κ.α.
Τι θα συμβουλεύατε σε κάποιον που θέλει να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία αλλά συνεχώς διστάζει ;
Σε πρώτη φάση, θα τον ωθούσα να αναζητήσει τους λόγους που τον κρατούν πίσω από το να ξεκινήσει ψυχοθεραπεία. Είναι σημαντικό να αντιληφθεί γιατί δυσκολεύεται στη συγκεκριμένη χρονική στιγμή να μιλήσει γι’ αυτό που τον προβληματίζει. Ακόμη, θα του πρότεινα να σκεφτεί κατά πόσο πραγματικά θέλει να μπει σε ψυχοθεραπεία. Ενδεχομένως, ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζει τις δυσκολίες που προκύπτουν στη ζωή του να είναι εντάξει για τον ίδιο και να μη θέλει πραγματικά να αναμειχθεί σε μια διαδικασία αλλαγής γιατί αυτό απαιτεί αλλαγή και προσπάθεια κυρίως από τον ίδιο. Η όποια ψυχοθεραπευτική προσέγγιση για να έχει αποτελέσματα, απαιτεί ο θεραπευόμενος να έρχεται με τη θέληση του στην ψυχοθεραπεία, με εξαίρεση συγκεκριμένες περιπτώσεις.
Εχετε εμπειρία και με παιδιά και με ενήλικες. Ποιοι είναι δυσκολότεροι πελάτες και γιατί;
Έχω εμπειρία και με παιδιά και με ενήλικες. Προσωπικά δε θεωρώ ότι μια από τις δύο κατηγορίες είναι δυσκολότερη από την άλλη. Σε κάθε κατηγορία υπάρχουν πιο εύκολα και λιγότερο εύκολα περιστατικά. Ωστόσο, είναι αδύνατο να παραβλέψω το γεγονός ότι τα παιδία θέλουν έναν διαφορετικό τρόπο προσέγγισης από τους ενήλικες. Παρ’ όλα αυτά, αν τα παιδιά νιώσουν οικεία με τον ψυχολόγο και τον εμπιστευτούν, τότε τους είναι ευκολότερο να ανοιχτούν και να πουν τί είναι αυτό που τους προβληματίζει ή τί είναι αυτό που τα κάνει να συμπεριφέρονται δυσλειτουργικά.
Ακόμη, στην περίπτωση των ενηλίκων που απευθύνονται σε ψυχολόγο μετά από πίεση των δικών τους προσώπων και παρά τη θέληση τους, τότε και εκεί υπάρχει δυσκολία στο να προχωρήσει η θεραπευτική διαδικασία και να έχει αποτελέσματα. Βλέπουμε λοιπόν, πως και στις δύο κατηγορίες θεραπευομένων υπάρχουν περιπτώσεις, όπου η όλη θεραπευτική διαδικασία μπορεί να λειτουργήσει πιο εύκολα ή πιο δύσκολα.
Η συνθήκη του COVID-19 σίγουρα έχει αντίκτυπο στην ψυχολογία όλων μας. Μακροπρόθεσμα θα έχει κάποια επίδραση στον ψυχισμό μας ή είναι κάτι παροδικό που θα τελειώσει με το πέρας αυτής της κατάστασης;
Η συνθήκη του COVID-19 είναι κάτι που μπήκε απότομα στη ζωή μας. Από τη μια μέρα στην άλλη, αναγκαστήκαμε να ζήσουμε με συγκεκριμένους περιορισμούς προκειμένου να διασφαλιστεί η δημόσια υγεία. Αυτό βέβαια είχε και έχει αντίκτυπο στην ψυχική μας υγεία, καθώς είναι κάτι που δεν έχει φύγει από τη ζωή μας και δεν ξέρουμε και πότε θα φύγει. Πέρα όμως από τις επιπτώσεις που έχει στην ψυχική μας υγεία, βλέπουμε πως έχει επηρεάσει και άλλους τομείς όπως η οικονομία, η σωματική υγεία κ.α. Ακόμα και αν αύριο η συνθήκη του COVID-19 λήξει, οι επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων θα συνεχίσουν να υπάρχουν για μεγάλο χρονικό διάστημα απ’ ότι φαίνεται με τα μέχρι τώρα δεδομένα. Είναι χαρακτηριστικό πως στην 1η καραντίνα, τον γενικό πληθυσμό απασχολούσε μόνο η πανδημία. Τώρα στη 2η καραντίνα, πολλοί άνθρωποι έφεραν στο φως παλαιότερους προβληματισμούς ή ανησυχίες που είχαν κρύψει καλά. Αυτά είναι δύσκολο να εξαφανιστούν από τη μια μέρα στην άλλη με το πέρας της κατάστασης. Θέλει υπομονή και δύναμη να ανταπεξέλθουμε στις νέες συνθήκες ώστε με την πάροδο του χρόνου να ξαναβρούμε τους ρυθμούς μας και την ψυχική μας υγεία και ηρεμία.
Πως γίνεται να αλλάξουμε το παρόν μέσα από μια διαδικασία που αναφέρεται στο παρελθόν ;
Αρχικός στόχος της θεραπευτικής διαδικασίας είναι να ανακουφιστεί το άτομο, που έρχεται για θεραπεία, στο εδώ και τώρα. Εφόσον ο θεραπευόμενος έχει βρει τον τρόπο να διαχειρίζεται τις δύσκολες καταστάσεις που προκύπτουν, με τρόπο που να του προσφέρει ανακούφιση, τότε σταδιακά προχωράμε να δούμε, τί είχε συμβεί στο παρελθόν που τον έκανε να δυσκολεύεται να αντιμετωπίσει καταστάσεις του σήμερα.
Το παρελθόν είναι σημαντικό για το παρόν.
Τότε δημιουργήθηκαν κάποιες στάσεις, πεποιθήσεις ή ακόμα και κανόνες για το ίδιο το άτομο που επηρεάζουν τη ζωή του μέχρι σήμερα.
Σκεφτείτε, πόσο βοηθητικό θα ήταν για έναν θεραπευόμενο αν είχε καταφέρει να αντιμετωπίζει στο παρόν το άγχος που προκύπτει για κάθε νέα δουλειά, ενώ παράλληλα παρέμενε σταθερή η πεποίθηση του παρελθόντος ‘‘Δεν είμαι άξιος για τίποτα.’’ Για πόσο καιρό θα κατάφερνε να αντιμετωπίζει τις δυσκολίες του σήμερα;
Η ενσυναίσθηση, μια μορφή νοημοσύνης προσφάτως γνωστή σε όλους, είναι αναγκαία σε έναν ψυχολόγο ή αρκεί να είναι καταρτισμένος πάνω στην επιστήμη του ;
Η ενσυναίσθηση αποτελεί απαραίτητο χαρακτηριστικό γνώρισμα του ψυχολόγου. Δεν αρκεί ένας ψυχολόγος να έχει τις βασικές επιστημονικές γνώσεις για το πώς να ασκήσει το επάγγελμα του. Χρειάζεται να έχει αναπτύξει και ενσυναίσθηση. Είναι ωφέλιμο τόσο για το θεραπευτή όσο και για το θεραπευόμενο. Μέσω αυτής, ο ψυχολόγος καταφέρνει να αντιληφθεί το εσωτερικό πλαίσιο του ασθενή του. Μπορεί να δει μέσα από τα μάτια του θεραπευομένου του και να καταλάβει πώς αυτός αντιλαμβάνεται τον κόσμο γύρω του. Όλα αυτά βέβαια, επιτυγχάνονται χωρίς ο ψυχολόγος να χάνει το δικό του εσωτερικό πλαίσιο αναφοράς. Επομένως, η ενσυναίσθηση αν και είναι μια προσφάτως γνωστή μορφή νοημοσύνης, είναι απαραίτητη για έναν ψυχολόγο.