Το παιχνίδι και η σημασία του στην ανάπτυξη των παιδιών

Μαρία Συλίκου | Λογοθεραπεύτρια

Ως παιχνίδι ορίζεται η πρόθυμη συμμετοχή στην ευχάριστη σωματική ή διανοητική προσπάθεια για την απόκτηση συναισθηματικής ικανοποίησης (Sheridan 1977). Σύμφωνα με το άρθρο 31 της σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών, αποτελεί ένα από τα αναμφισβήτητα δικαιώματα του παιδιού. Όλο και περισσότερες έρευνες, αναδεικνύουν την αξία του παιχνιδιού στην ανάπτυξη και την υγεία των παιδιών, αλλά και το ρόλο που έχουν οι ενήλικες, συμπεριλαμβανομένων των γονέων και των φροντιστών, κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης. Πώς όμως καθορίζουμε τι θεωρείται παιχνίδι; Ενώ όλοι οι άνθρωποι λίγο, πολύ έχουν μια ιδέα για το τι ακριβώς σημαίνει να παίζεις , η ανάδειξη του ορισμού του παιχνιδιού αποδείχτηκε προβληματική. Για να θεωρηθεί μια δραστηριότητα ως παιχνίδι θα πρέπει η συμμετοχή του παιδιού να είναι εθελοντική, να υπάρχει εσωτερικό κίνητρο και μεγαλύτερη εστίαση στη διαδικασία παρά στο αποτέλεσμα.  Σύμφωνα με έρευνες τα παιδιά ορίζουν ως παιχνίδι μια δραστηριότητα που κατευθύνεται από τα ίδια και αποτελεί δική τους ελεύθερη επιλογή (Robson 1993 keating et al. 2000). Αξίζει να σημειωθεί ότι δραστηριότητες που πραγματοποιούνται στο πάτωμα αντί για το τραπέζι και σε εξωτερικούς, αντί για εσωτερικούς χώρους, είναι πολύ πιθανότερο να γίνουν αντιληπτές ως παιχνίδι από τα παιδιά (Howard 2002, Parker 2007). 

Ποια είναι τα οφέλη του παιχνιδιού; 

Το παιχνίδι δίνει την ευκαιρία στα παιδιά να εξερευνήσουν τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί ο κόσμος γύρω τους, αλλά και να αποδώσουν νόημα στις δικές τους εμπειρίες. Είναι μια χρήσιμη αναπτυξιακή λειτουργία που προάγει την:

Κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη: Τα  παιδιά μέσα από το παιχνίδι μαθαίνουν για τους εαυτούς τους και τους άλλους, τις επιπτώσεις της συμπεριφοράς τους και αναπτύσσουν δεξιότητες επίλυσης συγκρούσεων, αλλά και διαπραγμάτευσης. Αναπτύσσουν την ενσυναίσθηση, αναγνωρίζουν συναισθήματα και κοινωνικούς ρόλους και έχουν την ευκαιρία να πειραματιστούν με διαφορετικούς τρόπους αντιμετώπισης κοινωνικών καταστάσεων.

Γνωστική ανάπτυξη: Προάγεται η μάθηση για αντικείμενα, έννοιες και ιδέες. Αναπτύσσουν στρατηγικές επίλυσης προβλήματος και την ικανότητα να αναπαριστούν ένα αντικείμενο με κάτι άλλο (συμβολικό παιχνίδι), το οποίο είναι ένας πρόδρομος πιο πολύπλοκων τρόπων σκέψης.

Ανάπτυξη Γλώσσας: Το παιχνίδι προσφέρει ποικιλία ερεθισμάτων και ευκαιριών για την ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων (λεξιλόγιο, μορφή και σύνταξη λόγου, κατανόηση) και την δημιουργία αναπαραστάσεων. 

Σωματική ανάπτυξη: Περιλαμβάνει αδρές και λεπτές κινήσεις που προωθούν τον κινητικό συντονισμό, την ισορροπία , την ικανότητα οπτικής και χωρικής αντίληψης και της αίσθησης του σώματος στο χώρο. Το ενεργητικό παιχνίδι προάγει τη σωματική υγεία και την φυσική κατάσταση.

Τα παιδιά μαθαίνουν με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Τι κάνει όμως τη μάθηση μέσα από το παιχνίδι τόσο πολύτιμη; Έρευνες έχουν δείξει, ότι, όταν τα παιδιά πιστεύουν ότι μια δραστηριότητα είναι παιχνίδι, αντί για εργασία, οι επιδόσεις τους σε δραστηριότητες που αφορούν επίλυση προβλημάτων είναι σημαντικά βελτιωμένες και δείχνουν πολύ υψηλότερα επίπεδα δέσμευσης και κινητοποίησης (Mclnnes et al 2009).  Μια παιγνιώδης δραστηριότητα  προάγει τη δεξιότητα ευελιξίας, ο φόβος μειώνεται και είναι περισσότερες οι δυνατές συμπεριφορές που μπορούν τα παιδιά να δοκιμάσουν. Έτσι το παιχνίδι διατηρεί την προσοχή και το ενδιαφέρον για να υπάρξει μάθηση (Howand, 2010a).

Τα είδη του παιχνιδιού σύμφωνα με την Γνωστική ανάπτυξη 

Πρακτικό- Αισθιοκινητικό παιχνίδι: Tα παιδιά εξερευνούν το σώμα τους, αλλά και τα αντικείμενα χρησιμοποιώντας την όραση την αφή, τον ήχο και την γεύση. Σε αυτό το στάδιο το παιχνίδι τείνει να είναι αρκετά επαναλαμβανόμενο.

Λειτουργικό παιχνίδι: Χρησιμοποιεί τα αντικείμενα με τρόπο κατάλληλο και σύμφωνα με τη λειτουργία χρήσης τους .

Συμβολικό παιχνίδι: Αναπτύσσουν την ικανότητα να επιτρέπουν σε ένα αντικείμενο να αναπαριστά  κάτι άλλο και το παιχνίδι προσποίησης αρχίζει να αναπτύσσεται.

Παιχνίδια με κανόνες (στάδιο λογικής σκέψης): Το παιχνίδι διέπεται σε αυτό το στάδιο από όλο και περισσότερους κανόνες.  Ασχολούνται με δομημένα παιχνίδια (πχ επιτραπέζια), συνεργάζονται και ανταγωνίζονται σύμφωνα με τους κανόνες του παιχνιδιού, αλλά και μαθαίνουν να χειρίζονται κατάλληλα το συναίσθημά τους, σε ενδεχόμενο ήττας ή νίκης.

Η εμπλοκή των γονέων και θεραπευτών στο παιχνίδι

 Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν το παιχνίδι γίνεται όλο και πιο κοινωνικό . Η αλληλεπίδραση με τους άλλους στο παιχνίδι αυξάνει τις κοινωνικές δεξιότητες των παιδιών την συνειδητοποίηση των προτύπων και των αξιών. Συμμετέχοντες στο παιχνίδι απαιτούνται σε όλα τα στάδια της ανάπτυξης . Οι ενθαρρυντικοί ενήλικες δεν είναι μόνο απαραίτητοι για την περίοδο που τα παιδιά εξαρτώνται, αλλά και για αυτή που παίζουν μόνα τους. Το αυθόρμητο παιχνίδι που περιλαμβάνει τους πρωταρχικούς φροντιστές του παιδιού πραγματοποιείται ήδη από τους πρώτους μήνες της ζωής του μωρού. Για παράδειγμα, αλληλεπιδράσεις όπως «κου-κου-τσα» και παιχνίδια προσποίησης . Αλλά και μετέπειτα η συμμετοχή των ενηλίκων στα παιχνίδια των παιδιών, ως ισότιμων συντρόφων παιχνιδιού, προσφέρει στα παιδιά μια αίσθηση ελέγχου, αλλά και εκτίμησης των δραστηριοτήτων που κατευθύνουν τα ίδια. Οι ενήλικες συμπαίκτες μπορούν να δώσουν ένα σωστό πρότυπο και να προσφέρουν ευκαιρίες διαλόγου μέσω ανοιχτών ερωτήσεων. Υποχωρώντας και ακούγοντας το παιδί, δίνεται η ευκαιρία να αναλάβουν τα ίδια έλεγχο στη λήψη αποφάσεων, αντί να ακολουθούν τις αποφάσεις άλλων . Δείχνοντας σεβασμό και κρατώντας μια στάση  κατανόησης προς το παιδί, δημιουργεί μια σχέση εμπιστοσύνης και ένα ασφαλές περιβάλλον στο οποίο μπορεί να πάρει ρίσκα, που πλαισιώνονται από όρια κατανοητά και από τις δύο πλευρές. Βλέπουμε επομένως την εξελικτική πορεία του παιχνιδιού και τα πολλαπλά οφέλη που μπορούν να αποκομίσουν τα παιδιά από αυτό. Είναι σημαντικό λοιπόν οι γονείς να αναγνωρίζουν την σημαντικότητα του , να αφιερώνουν χρόνο και να εμπλέκονται με τα παιδιά τους στο παιχνίδι. 

Από την άλλη , παιδιά με αισθητηριακές, νοητικές και κοινωνικές διαταραχές , παρουσιάζουν συχνά μια προτίμηση στο μοναχικό ή παράλληλο παιχνίδι και συμμετέχουν λιγότερο σε συμβολικό παιχνίδι και παιχνίδι ρόλων. Αναγνωρίζοντας την αναπτυξιακή πορεία του παιχνιδιού, αλλά και τις κοινωνικές, γνωστικές, γλωσσικές, και φυσικές  απαιτήσεις που αυτό μπορεί να προϋποθέτει , τονίζεται η σκοπιμότητα, από τη πλευρά του θεραπευτή, να παρέχει ευκαιρίες στο παιχνίδι, που να προκαλούν ενδιαφέρον και να συμβαδίζουν με τις ικανότητες του παιδιού. Ένας θεραπευτής γνωρίζοντας τα αναπτυξιακά ορόσημα και την εξελικτική πορεία του, παρατηρεί το παιχνίδι, το αξιολογεί και θέτει κατάλληλους θεραπευτικούς στόχους, χρησιμοποιώντας το και ως βασικό εργαλείο θεραπείας.  Αναμφίβολα είναι απαραίτητη η συνεργασία γονέων και θεραπευτών για τη δημιουργία κατάλληλων συνθηκών που προωθούν την απόλαυση του παιχνιδιού, που συμβαίνει «εδώ και  τώρα», καθώς και την υποστήριξη της προόδου.

Βιβλιογραφία

  • Holland, P. (2002) Eliciting children’s perceptions of play using a activity apperception story procedure. Early Child Development and Care, 172(5), pp.489-502.
  • Howard,J. (2002) Eliciting children’s perception of play using the activity apperception story procedure. Early Child Development and Care, 172 (5), pp.489-502.
  • Howard, J. (2010a) The developmental and therapeutic value of children’s play: re-establishing teachers as play professionals. In J. Moyles (ed.) The Excellence of Play (3rd Edition). Maindenhead: Open University Press.
  • Keating, I., Fabian, H., Jordan, P., Mavers, D. and Roberts J. (2000) ‘ Well, I’ve not done any work today. I don’t know why I came to school’: perceptions of play in the reception class. Educational Studies.26 (4), pp.437-454.
  • Mclnnes, K, Howard, J., Miles, G. and Crowley, K. (2009) Behavioural differences exhibited by children when practicing a task under formal and playful conditions. Educational and Child Psychology, 26(2), pp.31-39.
  • Parker, C.J. (2007) Children’s Perceptions of a Playful Environment: Contextual Social and Environmental Differences. Unpuplished thesis, University of Glamorgan.
  • Robson, S. (1993) ‘Best of all I like choosing time’ : talking with children about play and work. Early Child Development and Care, 92, pp. 37-51
  • Sheridan,M (1977) Spontaneous Play in Early Childhood From Birth to Six Years (1st edition). Windsor:NFER

Για το Your Therapist,

Μαρία Συλίκου | Λογοθεραπεύτρια

Μοιράσου αυτό το Άρθρο στο:

Share on facebook
Share on linkedin
Share on print