Τα 4 βήματα της Μη Βίαιης Επικοινωνίας

Γιώργος Κορδώνιας | Προσωποκεντρικός Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Life Coach

Η Μη Βίαιη Επικοινωνία (NVC – Nonviolent Communication) αποτελεί ένα πλαίσιο επικοινωνίας που αναπτύχθηκε από τον Αμερικανό ψυχολόγο Marshall Rosenberg με σκοπό την βελτίωση των σχέσεων, την επίλυση συγκρούσεων και τη δημιουργία πιο συμπονετικών κοινωνιών. Βασίζεται στην ιδέα ότι οι άνθρωποι καταφεύγουν στη βία ή σε επιβλαβείς συμπεριφορές όταν δε γνωρίζουν πιο αποτελεσματικούς τρόπους για να καλύψουν τις ανάγκες τους. Βασική πεποίθηση της Μη Βίαιη Επικοινωνίας είναι η προώθηση της αμοιβαίας κατανόησης και του αμοιβαίου σεβασμού μεταξύ των ανθρώπων. Αυτό επιτυγχάνεται με την εστίαση στα συναισθήματα και τις ανάγκες κάθε συμμετέχοντα σε μια συζήτηση. Αντί για να βάλουμε την ταμπέλα «καλός» ή «κακός» σε κάποιον, η Μη Βίαιη Επικοινωνία προτρέπει τους ανθρώπους να εκφράζουν τα συναισθήματα και τις ανάγκες τους με έναν μη-επικριτικό τρόπο, και να ακούν με ενσυναίσθηση και κατανόηση. Με αυτόν τον τρόπο τα άτομα μαθαίνουν να επικοινωνούν αποτελεσματικότερα, να επιλύουν τις συγκρούσεις ειρηνικά και να χτίζουν πιο ισχυρές σχέσεις που τους προσφέρουν ικανοποίηση. 

Στον πυρήνα της, η Μη Βίαιη Επικοινωνία είναι μια διαδικασία επικοινωνίας που αποτελείται από τέσσερα βήματα: Παρατήρηση, Συναισθήματα, Ανάγκες και Αιτήματα. Αυτά τα τέσσερα βήματα επιτρέπουν στο άτομο να εκφραστεί αυθεντικά και ενσυναισθητικά, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει τη βαθύτερη κατανόηση και σύνδεση με τους άλλους.

  1. Παρατήρηση. Πρόκειται για το πρώτο βήμα, σύμφωνα με το οποίο προτείνεται να περιγράφουμε τα γεγονότα μιας κατάστασης χωρίς την προσωπική μας κρίση, αξιολόγηση, ερμηνείες, εικασίες, συμπεράσματα. Αυτό μας επιτρέπει να επικοινωνούμε αντικειμενικά, χωρίς να επιρρίπτουμε ευθύνες και χωρίς να επικρίνουμε τους άλλους. Μαθαίνοντας να διαχωρίζουμε αυτό που παρατηρούμε από την προσωπική μας αξιολόγηση, αφήνοντας δηλαδή τις ερμηνείες και τα συμπεράσματά μας στην άκρη, είναι πολύ πιθανότερο ο συνομιλητής μας να μην μπει ο άλλος σε θέση άμυνας. Έτσι, ανοίγει ο δρόμος για μια αλληλεπίδραση που είναι πιο πιθανό να οδηγήσει στην κατανόηση. Το να μοιραστεί, λοιπόν, κανείς αυτό που παρατηρεί ότι συμβαίνει, χωρίς χαρακτηρισμούς, ερμηνείες ή επιθετικότητα και ειρωνεία στο ύφος του, είναι η αρχή, το πρώτο βήμα για τη Μη Βίαιη Επικοινωνία. Η παρατήρηση είναι εξαιρετικά σημαντική, διότι μας επιτρέπει να επικοινωνούμε με έναν αντικειμενικό τρόπο, βασισμένο σε συγκεκριμένες πληροφορίες. Στην ουσία, με την παρατήρηση περιγράφουμε αυτό που βλέπουμε, που ακούμε και που βιώνουμε χωρίς την προσθήκη της δικής μας ερμηνείας. Επιπλέον, η παρατήρηση μας επιτρέπει να συνδεόμαστε βαθύτερα με τους άλλους, καθώς όταν παρατηρούμε χωρίς κριτική, ερμηνείες ή εικασίες, αφήνουμε περισσότερο χώρο στη σχέση και στην επικοινωνία για να μπορέσουμε πραγματικά να ακούσουμε και να καταλάβουμε τον άλλον κι έτσι να δούμε τα πράγματα από τη δική του οπτική, αντί για να παρασυρόμαστε από τις προσωπικές μας προκαταλήψεις, ερμηνείες και αξιολογήσεις. Έτσι, λοιπόν, την επόμενη φορά δοκίμασε αντί να πεις: «Ποτέ δε με ακούς όταν σου μιλάω», να πεις «Σήμερα όταν μιλούσαμε, παρατήρησα ότι ήσουν στο κινητό σου». Σε περιπτώσεις έντονων και δύσκολων συναισθημάτων μπορεί να είναι αρχικά δύσκολο να βρούμε την απαιτούμενη ηρεμία και ψυχραιμία για να μπορέσουμε να παρατηρήσουμε τι συμβαίνει μέσα μας. Ωστόσο με τη συστηματική εξάσκηση και την εμπειρία μπορούμε να επικοινωνούμε πιο αποτελεσματικά και με μεγαλύτερη ενσυναίσθηση. Τέλος, εξίσου σημαντική είναι και η εσωτερική παρατήρηση των σκέψεων, των συναισθημάτων και των συμπεριφορών μας χωρίς αξιολογητική διάθεση αποτελεί ένα ισχυρό εργαλείο αναστοχασμού και αυτεπίγνωσης, γιατί με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να εντοπίσουμε μοτίβα στη συμπεριφορά και τα συναισθήματά μας, κι έτσι να προβούμε σε θετικές αλλαγές στη ζωή μας. Εκτός, δηλαδή, από την παρατήρηση του τι βλέπω, ακούω έξω από εμένα, υπάρχει και η αυτοπαρατήρηση. Αυτή είναι που συνδέεται με το δεύτερο βήμα της Μη Βίαιης Επικοινωνίας, των συναισθημάτων.
  1. Το δεύτερο βήμα, τα συναισθήματα, περιλαμβάνουν το να αφουγκραστούμε τον εαυτό μας για να εντοπίσουμε και να εκφράσουμε τα συναισθήματα που νιώθουμε με έναν σαφή και ειλικρινή τρόπο. Αυτό βοηθά να συνδεθούμε με τα ίδια μας τα συναισθήματα και τις ανάγκες μας, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στους άλλους να μας καταλάβουν και να δείξουν ενσυναίσθηση για το πώς νιώθουμε με μια κατάσταση. Ουσιαστικά, πρόκειται για την ανάληψη της ευθύνης για τα ίδια μας τα συναισθήματα. Αυτό προϋποθέτει μια αλλαγή οπτικής στο πώς οι λέξεις και οι πράξεις των άλλων επηρεάζουν τα συναισθήματά μας. Είναι βασικό λοιπόν να γίνει σαφές ότι στη Μη Βίαιη Επικοινωνία το τι μου λέει ή κάνει ο άλλος θεωρείται το ερέθισμα, η αφορμή, αλλά ποτέ η αιτία για τα συναισθήματα που προκύπτουν μέσα μου με αφορμή αυτό που είπε ή έκανε ο άλλος. Υπάρχουν τέσσερις επιλογές για να ανταποκριθείς σε ένα αρνητικό σχόλιο ή μία ενοχλητικά προς εσένα πράξη. Για παράδειγμα, αν σου πει κάποιος: «είσαι εγωιστής», μπορείς
  1. Να το πάρεις προσωπικά: «Ναι, είμαι πράγματι εγωιστής.»
  2. Να αντεπιτεθείς: «Όχι, εσύ είσαι εγωίστρια.»
  3. Να αναλογιστείς τα δικά σου συναισθήματα και ανάγκες, ή αλλιώς το πώς είσαι μέσα σου με αυτήν την κατάσταση. Αυτό θα μπορούσε να μοιάζει ως εξής: «Όταν σ’ ακούω να μου λες ότι είμαι εγωιστής, στεναχωριέμαι γιατί έχω ανάγκη την αναγνώριση για την προσπάθεια που κάνω για εσένα.» Με το να συνδέσεις τα συναισθήματα με τις ανάγκες σου, διευκολύνεις τον συνομιλητή σου να ανταποκριθεί συμπονετικά, γιατί εκφράζεσαι με ευαλωτότητα, αντί για αμυντικότητα.
  4. Να αναλογιστείς συναισθήματα και τις ανάγκες του άλλου που ενδεχομένως τον ωθούν σε αυτό που είπε ή έκανε. Μπορείς, λοιπόν, να θέσεις ένα ερώτημα, όπως: «Μήπως στεναχωριέσαι γιατί έχεις ανάγκη να δείχνω περισσότερο ότι σκέφτομαι και αυτό που αρέσει σ’ εσένα;

Οι δύο πρώτες είναι αυτόματες αντανακλαστικές αντιδράσεις που πιθανότατα θα κλιμακώσουν την ένταση, οπότε στην περίπτωση της Μη Βίαιη Επικοινωνίας έχουμε δύο επιλογές, την τρίτη και την τέταρτη. Με αυτόν τον τρόπο, το άτομο ενδυναμώνεται να αναλάβει την ευθύνη να κάνει διαφορετικές επιλογές από εκείνες που του βγαίνουν αυτόματα όταν αλληλεπιδρά με τους άλλους. Μέσα από αυτές τις διαφορετικές επιλογές είναι πιο πιθανό να κατανοήσουμε τον συνομιλητή μας και να καλύψουμε τις ανάγκες του. 

  1. Το τρίτο βήμα είναι οι ανάγκες, οι οποίες αφορούν στον εντοπισμό και την έκφραση των αναγκών ή των αξιών που βρίσκονται πίσω από τα συναισθήματά μας και που τα πυροδοτούν. Με αυτόν τον τρόπο το άτομο διευκολύνεται στο να κατανοήσει καλύτερα τι πραγματικά χρειάζεται σε μια δεδομένη κατάσταση, ενώ ταυτόχρονα επιτρέπει στους άλλους να νιώσουν ενσυναίσθηση και να προσφέρουν υποστήριξη. Σ’ αυτό το βήμα είναι που γίνεται η σύνδεση μεταξύ των συναισθημάτων και των ακάλυπτων αναγκών του ατόμου. Με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να δούμε την εξωτερική εκδήλωση των συναισθημάτων, όπως του θυμού ή της απογοήτευσης, ως ένδειξη αναγκών που δεν καλύφθηκαν, όπως για παράδειγμα η αποδοχή, ο σεβασμός ή η αγάπη. Επομένως, στο τρίτο βήμα της Μη Βίαιη Επικοινωνίας το άτομο μαθαίνει να κοιτάζει μέσα του και να στέκεται για λίγο στην εμπειρία του για να ψάξει και να εντοπίσει ποιες είναι οι ακάλυπτες ανάγκες του που του πυροδοτούν τα δύσκολα συναισθήματα που προκλήθηκαν. Με τη συστηματική εξάσκηση των βημάτων και των αρχών της Μη Βίαιη Επικοινωνίας μπορούμε σταδιακά να διευρύνουμε το λεξιλόγιό μας γύρω από την έκφραση συναισθημάτων και έτσι να μπορέσουμε με μεγαλύτερη λεπτομέρεια, ακρίβεια και σαφήνεια να εντοπίσουμε και να περιγράψουμε τις ανάγκες μας. Έχοντας, λοιπόν, στη διάθεσή μας αυτές τις πληροφορίες σχετικά με τις ακάλυπτες ανάγκες μας τις οποίες εντόπισαμε αφού κοντοστάθηκαμε στην εμπειρία του, μπορούμε στη συνέχεια να εκφράσουμε πιο αποτελεσματικά αιτήματα.
  1. Τέλος, το τέταρτο βήμα, τα αιτήματα, περιλαμβάνει το να εκφράσει κανείς ένα σαφές, εφικτό και συγκεκριμένο αίτημα για το τι ακριβώς χρειάζεται σε μια δεδομένη κατάσταση από τον άλλον για να ικανοποιηθούν οι ακάλυπτες ανάγκες του. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να αναλάβουμε δράση και να φέρουμε την αλλαγή, ενώ ταυτόχρονα σεβόμαστε την αυτονομία και τις ανάγκες των άλλων. Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι τα αιτήματα χρειάζεται να γίνονται με τέτοιον τρόπο, ώστε να επιτρέπει στον συνομιλητή να ανταποκριθεί συμπονετικά στο αίτημα. Με άλλα λόγια, το αίτημα διαφέρει από την απαίτηση, η οποία γίνεται χωρίς να αναλογίζομαι ή να με απασχολούν τα συναισθήματα και οι ανάγκες του άλλου. Τα αιτήματα, αντιθέτως, είναι στην πραγματικότητα μια πρόσκληση στον άλλον για να τον βοηθήσουμε να καλύψει τις ανάγκες μας, ενώ ταυτόχρονα νοιαζόμαστε και για τις δικές του ανάγκες και περιορισμούς. Με το να πλαισιώνουμε τα αιτήματα με αυτόν τον τρόπο, μπορούμε να χτίσουμε εμπιστοσύνη και πνεύμα συνεργασίας στις σχέσεις μας, αντί για πικρία και αντίσταση. Το βασικότερο για να περάσουμε στο αίτημα είναι να βρούμε ποια ακριβώς είναι η ανάγκη που βρίσκεται από πίσω. Οι ανάγκες είναι πανανθρώπινες αξίες που όλοι μας έχουμε, είτε πρόκειται για την ανάγκη για σύνδεση, είτε για ασφάλεια, για αυτονομία, για σεβασμό, κ.α. Όταν κατανοούμε τις ίδιες μας τις ανάγκες και τις εκφράζουμε ξεκάθαρα, μπορούμε να προχωρήσουμε σε αιτήματα που θα έχουν αυξημένες πιθανότητες να ακουστούν και να γίνουν κατανοητά από τους άλλους. Πέραν της αναγνώρισης των αναγκών μας, είναι εξίσου σημαντικό να είμαστε όσο πιο σαφείς και συγκεκριμένοι γίνεται στο αίτημά μας. Τα ασαφή, αόριστα και διφορούμενα αιτήματα οδηγούν σε σύγχυση και παρανοήσεις. Γι’ αυτόν το λόγο στη Μη Βίαιη Επικοινωνία κάνουμε αιτήματα που είναι συγκεκριμένα, ρεαλιστικά και μετρήσιμα. Οπότε, την επόμενη φορά που θα προκύψει αυτή η ανάγκη, αντί για να πεις «Θέλω να είσαι πιο προσεκτικός και να με σκέφτεσαι περισσότερο», μπορείς να το εκφράσεις έτσι: «Θέλω να με ενημερώνεις όταν πρόκειται να αργήσεις, ώστε να μπορώ να ρυθμίζω το πρόγραμμά μου αναλόγως.»

Μέσα από τη Συμβουλευτική Αυτοβελτίωσης και Προσωπικής Ανάπτυξης (Life Coaching) μπορεί κανείς να βελτιώσει τη συναισθηματική του νοημοσύνη και τις επικοινωνιακές του δεξιότητες, αναπτύσσοντας μεγαλύτερη αυτεπίγνωση και ενσυναίσθηση, βελτιώνοντας με αυτόν τον τρόπο τις σχέσεις του, τόσο σε προσωπικό όσο και σε εργασιακό επίπεδο.

Για το Your Therapist,

Γιώργος Κορδώνιας | Προσωποκεντρικός Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας – Life Coach

Μοιράσου αυτό το Άρθρο στο:

Share on facebook
Share on linkedin
Share on print